Γλωσσικές Διαδρομές – «Ο μπαμπάς ο πόλεμος»
H φιλόλογος Ξένια Μουστάκα μας ξεναγεί στον υπέροχο κόσμο της ελληνικής γλώσσας
Κλέβω τον τίτλο του άρθρου από το έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη, κλείνω πονηρά το μάτι στην επικαιρότητα και αισθάνομαι ένα ρίγος στη ραχοκοκαλιά μου, γιατί ο πόλεμος είναι παντού. Είναι πραγματικά παντού. Έλεγα πάντα στα παιδιά πως όταν στη «γειτονιά» μας έχουμε πόλεμο, ακόμη κι αν δεν πλήττεται το σπίτι μας, ακόμη κι αν δεν ήρθε η ώρα, δεν κληθήκαμε στα όπλα, εντούτοις δεν μπορούμε να κοιμόμαστε στη μακάρια ησυχία μας. Αυτό είναι μια αρχή που κουβαλώ σαν δέρμα από τα μικράτα μου, γιατί τα βόλια του πολέμου εξοστρακίζονται και χτυπούν όχι μόνο την εθνική γαλήνη, αλλά και την κοινωνική και κατ’ επέκταση κάθε ειρήνη, και την ειρήνη μέσα μας. Θα σας εκπλήξω εγώ που αγαπώ τόσο την ειρήνη και το λέω και το ξεστομίζω «αδιάντροπα» τραγουδώντας τα άσματα που την υμνούν: «Ειρήνη είναι ένα ποτήρι, ένα ποτήρι με γάλα ζεστό κι ένα βιβλίο μπροστά στο παιδί που κοιμάται». Αλλά, ναι, θα σας εκπλήξω!
Ο πόλεμος, όπως ο μεγάλος «σκοτεινός» Εφέσιος φιλόσοφος Ηράκλειτος είπε κι εγώ το έμαθα από το πρώτο μου βήμα, πρώτο έτος στη φιλοσοφική σχολή, είναι «πατήρ πάντων». Σύμφωνα με ερμηνείες που έχουν δοθεί στην παρηχητική φράση «πόλεμος πάντων πατήρ», ο φιλόσοφος υπονοεί πως ο πόλεμος είναι μια δημιουργική δύναμη, καθώς η σύγκρουση στοιχείων επιφέρει τη δημιουργία νέων, τη σύνθεση. Έτσι, ο πόλεμος δε γίνεται μόνο με όπλα μεταξύ των ανθρώπων, αλλά είναι καθημερινός, φυσικός, κονωνικός και ως προς τη διάρκειά του προαιώνιος. Πρόκειται για τον αέναο αγώνα της επιβίωσης, μια αέναη σύγκρουση που οδηγεί σε ένα ατελεύτητο γίγνεσθαι.
Και τι γίνεται με τον συμβατικό πόλεμο, αυτόν με τα όπλα, με το αίμα, με τον θάνατο. Αυτός, κατά τον Θουκυδίδη, έχει ως έρεισμα την πλεονεξία και τη φιλοτιμία, τη φιλοδοξία, την ακόρεστη δίψα του ανθρώπου για εξουσία. Και μονομιάς αυτός ο πόλεμος του Ηράκλειτου, που μοιάζει με την έκφραση της αρμονίας, μια μορφή παγκόσμιας δικαιοσύνης και ισορροπίας, αποκτά μιαν άλλη υφή. Η ερμηνεία του ιστορικού Θουκυδίδη τονίζει την εκφυλιστική φύση του πολέμου. Ο πόλεμος εκτραχύνει τα ήθη, διαστρεβλώνει τις έννοιες, εξαχρειώνει τους ανθρώπους. Ο Ηράκλειτος, πριν από αυτόν, θεώρησε τον πόλεμο μιαν αναγκαιότητα για να ελαφρύνει η γη από το πλήθος των ανθρώπων. Δια στόματος Ελένης στον πρόλογο της ομότιτλης τραγωδίας μια τέτοια ερμηνεία ακούγεται από τον τραγικό ποιητή Ευριπίδη.
Τραγικός δεν είναι μόνον ο Ευριπίδης -για να παίξω με τις λέξεις- τραγικός είναι κι ο πόλεμος. Είναι πιο τραγικός ακόμη μέσα στη σύγχρονη συγκυρία. Κηρύσσονται οι πόλεμοι, ματώνουν οι άνθρωποι, γύρω τριγύρω στη γειτονιά μας, εδώ και πολλά χρόνια ο «άγνωστος» πόλεμος στη Σαχέλ, στην Ουκρανία, στην Παλαιστίνη κι αλλού (απλώς ειδικά ο τελευταίος συγκλονίζει την υποφαινόμενη και θα έπρεπε συθέμελα να κλονίζει τις βεβαιότητες, τις ανέσεις και την ησυχία του κόσμου).
Ας δούμε τι λένε όμως τα λεξικά για την προέλευση της λέξης…
Σύμφωνα με το ετυμολογικό λεξικό του Pierre Chantraine, η λέξη «πόλεμος» προέρχεται από το αρχαίο ρήμα «πελεμίζω» που σημαίνει ανακινώ, κουνώ, τραντάζω και στην παθητική φωνή τρέμω και τραντάζομαι. Ο «πόλεμος», λοιπόν, είναι nomen actionis, δηλαδή ουσιαστικό που δηλώνει ενέρ- γεια. Στον Όμηρο σήμαινε τη μάχη, ενώ κατά το λεξικό, η σημασιολογική σχέση του ρήματος «πελεμίζω» και του ουσιαστικού «πόλεμος» είναι δύσκολο να προσδιοριστεί κι ίσως να σχετίζονται με την έννοια της προσπάθειας, της ταραχής, της συμπλοκής, καθώς τα ακόντια κραδαίνονται στην εναγώνια διεξαγωγή της μάχης. Μετονομαστικά ρήματα είναι τα «πολεμίζω» (πολεμώ, μάχομαι), «πολεμέω» (με την ίδια σημασία), «πολεμόω» (κάνω κάποιον εχθρό μου, εχθρικό) και το εφετικό «πολεμησείω» (επιθυμώ τον πόλεμο). Πάντως ανάγοντας τη λέξη στην πρώτη ρίζα της, το λεξικό με βεβαιότητα εντάσσει τις λέξεις στην οικογένεια του ρήματος «πάλλω» (τραντάζω) από όπου και ο «παλμός». Ο παλμός του πολέμου στη λωρίδα της Γάζας. Ο παλμός της καρδιάς μας σε έναν λαό που την επαύριο δε θα υπάρχει, καθώς τα παιδιά του, οι κόρες κι οι γιοι του, βλέπουν ακόμη πιο μαύρες τις μέρες που έρχονται. Ο παλμός κι ο πόλεμος! Πόσο γλαφυρές παρηχήσεις του π και το λ! Σαν ιαχή και σαν εμβατήριο! Τι παράξενο και σπουδαίο πράγμα είναι η γλώσσα!