Λογοτεχνία του δρόμου – Η οδός «ΑΓΑΘΩΝΟΣ
Eπιμέλεια – καταγραφή: Αντώνης Ψάλτης
Η οδός «ΑΓΑΘΩΝΟΣ», πήρε το όνομα της από τον αρχαίο Έλληνα τραγικό ποιητή Αγάθωνα (περ. 448 π.Χ.- περ. 400 π.Χ.). Ο δρόμος αυτός βρίσκεται στο πιο βόρειο και δυτικό σύνορο της πόλης και στην συνοικία «Ιπποκράτης». Συγκεκριμένα είναι ένας μικρός δρόμος που ξεκινάει την αρίθμησή του από την οδό «ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ». Η αρίθμηση είναι ελλιπέστατη. Αριστερά οι μονοί αριθμοί είναι οι εξής: 1Α, 1, 3, 11. Δεξιά οι ζυγοί αριθμοί είναι οι 2, 6, 10, 12. Καταλήγει στην οδό «ΕΛΥΤΗ». Ο μικρός αυτός δρόμος με τα ελάχιστα διώροφα και τριώροφα σπίτια έχει μήκος μέτρα περίπου 100. Σύμφωνα με τα αρχεία της Πολεοδομίας η απόφαση για την ονοματοθεσία του δρόμου είναι η 72/1968.
Ο Αγάθων ήταν αρχαίος Έλληνας τραγικός ποιητής, σύντροφος του Παυσανία, φίλος του Ευριπίδη, του Πλάτωνος και μαθητής του Σωκράτη. Οι τραγωδίες του δεν σώζονται πια σήμερα. Επίσης δεν σώζεται σε κάποια προτομή ή σε κάποιο αγγείο το πρόσωπό του. Γεννήθηκε στην Αθήνα και πατέρας του ήταν ο Τεισαμενός, διάσημος αναμορφωτής και μεταρρυθμιστής της αθηναϊκής νομολογίας. Το Συμπόσιο του Πλάτωνα εξελίσσεται στο σπίτι του, την επομένη της πρώτης νίκης του στους τραγικούς αγώνες των Ληναίων (416 π.Χ.). Ήταν εύπορος και φίλος της ευζωίας, σύγχρονος με τον Ευριπίδη. Δάσκαλος του ήταν ο Πρόδικος και τον Γοργία τον είχε ως πρότυπο. Στο έργο του Πλάτωνα παρατηρούμε επίσης πως είχε έναν εραστή, τον Παυσανία. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα πέρασε προσκεκλημένος στην αυλή του βασιλιά της Μακεδονίας Αρχελάου, στην Πέλλα της Μακεδονίας. Ο Αγάθων καινοτόμησε στα χορικά κάνοντάς τα εμβόλιμα, δηλαδή χωρίς συνάφεια με την υπόθεση του δράματος. Ο Αγάθων είναι επίσης και ο πρώτος που εισάγει δική του μυθοπλασία, δηλαδή όχι βασισμένη στον κλασικό μύθο (γεγονός που αναφέρει ο Αριστοτέλης στην Ποιητική). Επίσης καινοτόμησε και στη μουσική των τραγωδιών. Από τις τραγωδίες του μας είναι γνωστές οι: Ανθεύς, Θυέστης, Μυσοί και Τήλεφος. Σήμερα σώζονται λίγα αποσπάσματα από τους στίχους του, που έχουν εκδοθεί από τον Νάουκ (Johann August Nauck) στο Tragicorum Graecorum Fragmenta (Λειψία 1856).